From happiness to insecurity

Kadijh Kaziz- story

Γεια σας. Ονομάζομαι Khadijh Kaziz και κατάγομαι από την πόλη Χομς της Συρίας. Είμαι παντρεμένη και έχω δύο παιδιά: ένα κορίτσι, τη Ghazal και ένα αγόρι, τον Mohamed Mora’ad. Πριν τον πόλεμο εργαζόμουν ως καθηγήτρια μουσικής στη Συρία. Τώρα, είμαι πρόσφυγας στην Ελλάδα. Θα ήθελα να πω ορισμένα πράγματα για τις εμπειρίες που άλλαξαν τη ζωή μου, καθώς από την ευτυχία και την ελπίδα πέρασα στην προσφυγιά και την ανασφάλεια.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία, έχασα τη δουλειά μου ως καθηγήτρια και ο σύζυγός μου έχασε τη δουλειά του στην αστυνομία. Μετακομίζαμε από το ένα μέρος στο άλλο, αφού χάσαμε το σπίτι μας και δεν είχαμε πλέον που να μείνουμε. Γίναμε ξένοι στην ίδια τη χώρα μας. Μόλις βρίσκαμε ένα μέρος για να εγκατασταθούμε, καταστρέφονταν όπως και τα υπόλοιπα λόγω των βομβαρδισμών. Η κόρη μου που ήταν αρκετά μεγάλη τότε, δηλαδή πριν φύγουμε από τη Συρία, φοβόταν τα πάντα. Όταν άκουγε τον ήχο των βομβών και των πυραύλων που έπεφταν γύρω μας ή τους ήχους των πολεμικών αεροσκαφών έτρεχε γρήγορα στην αγκαλιά μου δίχως να πει λέξη, μόνο έκλαιγε. Ο σύζυγός μου αρνούνταν να εγκαταλείψει τη χώρα μας παρόλο που του ζήτησα πολλές φορές να φύγουμε. Πριν από δύο χρόνια γέννησα τον γιο μας, τον Mohamed Mora’ad. Από τότε τα προβλήματα και οι δυσκολίες αυξήθηκαν και δυσκολευόμασταν να του βρούμε φάρμακα, όταν αρρώσταινε, καθώς δεν υπήρχαν καθόλου φάρμακα στην πόλη. Οι δυνάμεις του καθεστώτος της Συρίας μας είχαν παγιδεύσει καθώς είχαν απαγορευτεί οι προμήθειες φαγητού και φαρμάκων. Επομένως, ο σύζυγός μου αποφάσισε τότε να εγκαταλείψουμε τη χώρα.

Έτσι, ξεκινήσαμε μια νέα σελίδα στη ζωή μας. Οι δυσκολίες και τα προβλήματα άρχισαν να μεγαλώνουν όταν προσπαθήσαμε να διασχίσουμε τα σύνορα Συρίας-Τουρκίας. Καταφέραμε να περάσουμε στην Τουρκία έπειτα από αρκετές προσπάθειες. Ο δρόμος από τον οποίο ταξιδέψαμε ήταν ιδιαίτερα δύσκολος, ειδικά για τα παιδιά μας. Ο τουρκικός στρατός μας συνέλαβε και μας φυλάκισε, ενώ την επόμενη μέρα μας γύρισαν στα σύνορα της Συρίας. Επομένως, η σκληρή προσπάθεια και η ταλαιπωρία μας χαραμίστηκαν. Μετά από τέσσερις προσπάθειες καταφέραμε να διασχίσουμε τα σύνορα, έχοντας περπατήσει αδιάκοπα για οχτώ ώρες. Η μικρή μου κόρη έκλαιγε συνέχεια από τον τρόμο και με ρωτούσε πού πηγαίνουμε, για ποιο λόγο φεύγουμε και εγώ της απαντούσα πως πηγαίνουμε να επισκεφτούμε την ξαδέλφη της για να παίξουν μαζί. Της δείχναμε ένα φως κοντά και λέγαμε πως σε λίγο θα φτάσουμε σε αυτό το φως, όπου μας περιμένει ο θείος της. Όταν φτάσαμε στην Αντιόχεια στην Τουρκία, κρυφτήκαμε για μερικές ώρες σε ένα εγκαταλελειμμένο κτήριο. Το αίσθημα του φόβου ήταν το πιο φρικτό πράγμα. Στο Reyhanlı ήρθαν αμάξια για να μας πάρουν και ξεκουραστήκαμε στο σπίτι ενός φίλου του συζύγου μου. Στη συνέχεια, επισκεφτήκαμε τον αδερφό μου, ο οποίος κατοικεί στο Osmaniye. Ο σύζυγός μου αναζήτησε εργασία, αλλά δυστυχώς δεν κατάφερε να βρει. Όσο περισσότερο μέναμε στην Τουρκία, τόσο περισσότερα χρήματα ξοδεύαμε και δεν είχαμε καθόλου εισόδημα, για να καλύψουμε τα έξοδά μας. Τότε, ο σύζυγός μου κι εγώ αποφασίσαμε να πάμε στην Ευρώπη.

Κατευθυνθήκαμε στη Σμύρνη και μείναμε στο σπίτι ενός λαθρεμπόρου, ο οποίος θα μας πήγαινε στην Ελλάδα. Πέρασαν μόλις δέκα μέρες και οι δυσκολίες επανήλθαν. Το ταξίδι ήταν ιδιαίτερα σκληρό καθώς ο λαθρέμπορος μας έβαλε σε ένα κλειστό αμάξι δίχως εξαερισμό για να αναπνέουμε και κάποιοι άνθρωποι που ταξίδευαν μαζί μας υπέφεραν από ασφυξία ή έκαναν εμετό. Στον δρόμο για τη βάρκα που θα μας μετέφερε στα ελληνικά νησιά έπεσα από έναν γκρεμό στην άκρη του δρόμου. Ο σύζυγός μου προσπάθησε να με βοηθήσει, ενώ κρατούσε τον τριών μηνών γιο μας. Έπειτα, ο σύζυγός μου έπεσε σε μια τρύπα και τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι του. Παρόλα αυτά, αντέξαμε, υποστήκαμε όλη αυτή την κούραση και διακινδυνεύσαμε τις ζωές μας ταξιδεύοντας με αυτή τη βάρκα, η οποία ήταν σε πολύ κακή κατάσταση. Δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να πάμε στην Ελλάδα ή να παραμείνουμε στην Τουρκία δίχως καμία προοπτική για εργασία.

Όταν φτάσαμε στο νησί της Χίου, ο σύζυγός μου είπε πως όλα θα πάνε καλά και πως θα ξεχάσουμε την κούραση και το φόβο αλλά δυστυχώς δεν αγγίξαμε αυτό το όνειρο. Αν και η αίσθηση του φόβου έχει φύγει, η ψυχολογική και σωματική κούραση συνέχιζε να υπάρχει καθώς οι ελληνικές αρχές μας οδήγησαν σε ένα καταυλισμό κοντά στα αλβανικά σύνορα στη μέση της ερημιάς. Εκεί υπήρχαν στρατιωτικές σκηνές και πεζοδρόμιο με χαλίκι, ενώ δεν υπήρχε πουθενά μέρος για να κοιμηθούμε. Ο σύζυγός μου κι εγώ μαζεύαμε χαρτόνια ώστε να κοιμηθούν πάνω σε αυτά τα παιδιά μας και η κατάσταση βελτιώθηκε σταδιακά. Ωστόσο, ο φόβος επέστρεψε όταν οι πρόσφυγες που ζούσαν μαζί μας βρήκαν φίδια και σκορπιούς μέσα στις σκηνές. Πάντα σκεφτόμουν τι θα συνέβαινε στα παιδιά μου εάν τα δάγκωνε κάποιο φίδι. Μετά από έναν μήνα, τα παιδιά μου αρρώστησαν. Συνεπώς, τα μετέφεραν στο νοσοκομείο και παρέμειναν εκεί για δέκα ημέρες. Όταν βγήκαν από το νοσοκομείο, αποφασίσαμε να πάμε στην Αθήνα για να εγγραφούμε στην Υπηρεσία Ασύλου και να αναζητήσουμε έναν καλύτερο τόπο διαμονής. Δυστυχώς, δεν καταφέραμε τίποτα από αυτά διότι ταξιδέψαμε προς το λιμάνι του Πειραιά δίχως προστασία για το κρύο και τη βροχή.

Μας φιλοξένησε κάποιος σε μια πολύ μικρή σκηνή από νάιλον, ενώ η κατάστασή μας ήταν πολύ άσχημη. Ο σύζυγός μου προσπάθησε να ζητήσει διαμονή σε έναν από τους καταυλισμούς προσφύγων, αλλά δεν τον βοήθησε κανείς. Έχοντας παραμείνει στον Πειραιά για σχεδόν τρεις μήνες, μας απαγορεύονταν να φύγουμε από το λιμάνι καθώς δεν είχαμε τα απαραίτητα έγγραφα για είσοδο ή έξοδο. Έπειτα, ο σύζυγός μου κι εγώ αποφασίσαμε να πάμε στον καταυλισμό του Σκαραμαγκά, όπου διέμενε ο γαμπρός μου, αλλά δεν μας επέτρεψαν την είσοδο. Έτσι, στήσαμε τη μικρή σκηνή μας μπροστά στον καταυλισμό και μείναμε για δεκαπέντε μέρες απέξω δίχως τουαλέτα ή κανονικό φαγητό. Δεν είχαμε καμία άλλη επιλογή και δεν μπορούσαμε να πάμε πίσω στον Πειραιά καθώς δεν είχαμε τα απαραίτητα έγγραφα.

Κάποια άτομα από τη διεύθυνση του καταυλισμού ήρθαν και μας επέτρεψαν την είσοδο και μας έδωσαν μικρά δωμάτια. Αυτά τα δωμάτια ήταν καλύτερα από παλάτι για εμάς. Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε πως θα έχουμε το δικό μας μπάνιο, καθαρό νερό να πιούμε και ζεστό φαγητό να φάμε. Ήταν ένα νέο ξεκίνημα για εμάς και αρχίσαμε να νιώθουμε κάπως άνετα. Περιμένουμε να ταξιδέψουμε στην Ιρλανδία για να ξεκινήσει μια νέα ευτυχισμένη ζωή για την οικογένειά μου. Ελπίζω πως αυτό θα είναι ένα ευτυχές νέο ξεκίνημα. Σας ευχαριστώ!

Storyteller’s name: Khadijh Kaziz
Interviewer’s name: Anxhela Dani
Country of origin: Syria
Sex: F
Age: 31

Dublin Core: Language: el Subject: Greece, Syria, Homs, refugee, A Million Stories